- πυρπολοῦντες
- πυρπολέωlight and keep up a firepres part act masc nom/voc pl (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Άβαροι — Ασιατικός λαός, ουννικής καταγωγής, που εμφανίστηκε τον 6ο αι. μ.Χ. στις όχθες του Δούναβη. Κυριάρχησε σχεδόν επί τρεις αιώνες στην κεντρική Ευρώπη. Οι επιδρομές του διέσπασαν το αμυντικό σύστημα των Βυζαντινών, ερήμωσαν τις βορειότερες επαρχίες… … Dictionary of Greek